Τα είδη

Βαλτόπαπια (Aythya nyroca)

Η Βαλτόπαπια είναι σημαντικό είδος που φτάνει στην Ελλάδα την άνοιξη για να φωλιάσει (κυρίως σε υγροτόπους της βόρειας και δυτικής Ελλάδας). Επίσης παρατηρείται κατά τη μετανάστευση, και πιο σπάνια τον χειμώνα. Το είδος φωλιάζει σπάνια στη νότια Ελλάδα, οπότε η παρουσία του σε υγρότοπους της Πελοποννήσου (Στυμφαλία, Στροφυλιά) είναι πολύ σημαντική. Η Βαλτόπαπια προτιμά κυρίως λίμνες με έλη γλυκού νερού, ή παράκτιους υγρότοπους. Αναζητά την τροφή της ψάχνοντας στην επιφάνεια, ή βουτώντας σε ρηχά νερά κοντά σε πυκνή βλάστηση. Τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει στην Ελλάδα είναι η υποβάθμιση των ενδιαιτημάτων γλυκού νερού (αποξηράνσεις, κακή διαχείριση νερών, ρύπανση, κ.λπ.) καθώς και η λαθροθηρία.

Η Βαλτόπαπια αποτελεί είδος που συνέβαλε στον χαρακτηρισμό της συγκεκριμένης περιοχής Natura και περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι της οδηγίας των πτηνών (2009/147/ΕΚ). Επίσης αναφέρεται ως Τρωτό (VU) στο Κόκκινο βιβλίο των απειλούμενων ζώων της Ελλάδας (Λεγάκις & Μαραγκού 2009), αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς και ως είδος με παγκόσμιο ενδιαφέρον ως προς τη διατήρηση του (SPEC1).

φωτογραφία: © Andrea Bonetti / Τράπεζα Πειραιώς

Πορφυροτσικνιάς (Ardea purpurea)

Από τα πιο μεγάλα και εντυπωσιακά είδη ερωδιών, φωλιάζει σε λίγους υγρότοπους (κυρίως στη βόρεια Ελλάδα) ενώ συναντάται πιο συχνά στην περίοδο της μετανάστευσης. Η Στυμφαλία είναι ο νοτιότερος πανευρωπαϊκά υγρότοπος όπου απαντά το είδος. Ο Πορφυροτσικνιάς, που φωλιάζει σε πυκνούς και εκτεταμένους καλαμιώνες και περιστασιακά σε παραποτάμια ή παραλίμνια δάση, τρέφεται με υδρόβια έντομα, αμφίβια και ψάρια, συνήθως κρυμμένος στην πυκνή βλάστηση. Το είδος απειλείται από τη ρύπανση των νερών και την υποβάθμιση των υγροτόπων, ιδιαίτερα των γλυκών νερών, όπως οι λίμνες και τα έλη.

Το είδος περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι της οδηγίας των πτηνών (2009/147/ΕΚ). Επίσης αναφέρεται ως Κινδυνεύον (EN) στο Κόκκινο βιβλίο των απειλούμενων ζώων της Ελλάδας (Λεγάκις & Μαραγκού 2009) καθώς και ως είδος που οι πληθυσμοί του βρίσκονται υπό αντίξοο καθεστώς διατήρησης στην Ευρώπη (SPEC3), έστω κι αν δεν είναι συγκεντρωμένοι εκεί.

φωτογραφία: © Andrea Bonetti / Τράπεζα Πειραιώς

Μικροτσικνιάς (Ixobrychus minutus)

Είναι το μικρότερο είδος ερωδιού. Επισκέπτεται την Ελλάδα την άνοιξη για να αναπαραχθεί (σε Μακεδονία, Θράκη και Ήπειρο και τοπικά στην Πελοπόννησο και σε μερικά νησιά) ενώ είναι πιο κοινός κατά την περίοδο της μετανάστευσης. Το είδος προτιμά υγρότοπους με γλυκά νερά, βάλτους, λίμνες, πάντα με πυκνή βλάστηση από ψηλά καλάμια, δένδρα (ιτιές, κ.ά.). Τρέφεται κρυμμένος, συνήθως το σούρουπο, με ψάρια, βατράχια, γαρίδες, αράχνες και έντομα. Απειλείται από τη συρρίκνωση και την αλλοίωση των υγροτόπων γλυκού νερού, καθώς και από την όχληση στα ενδιαιτήματα αναπαραγωγής.

Το είδος περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι της οδηγίας των πτηνών (2009/147/ΕΚ). Επίσης αναφέρεται ως Μειωμένου Ενδιαφέροντος (LC) στο Κόκκινο βιβλίο των απειλούμενων ζώων της Ελλάδας (Λεγάκις & Μαραγκού 2009) καθώς και ως είδος που οι πληθυσμοί του βρίσκονται υπό αντίξοο καθεστώς διατήρησης στην Ευρώπη (SPEC3), έστω κι αν δεν είναι συγκεντρωμένοι εκεί.

φωτογραφία: © Andrea Bonetti / Τράπεζα Πειραιώς

Μικρός Ρινόλοφος (Rhinolophus hipposideros)

Είδος νυχτερίδας που απαντά σε όλην την ηπειρωτική χώρα και σε μερικά νησιά. Παρατηρείται σε περιοχές με εκτατικές καλλιέργειες και μωσαϊκό τοπίων (φυτοφράχτες, δενδροστοιχίες, παρόχθια βλάστηση). Τα καταφύγια στα οποία γεννάει βρίσκονται σε εγκαταλειμμένα κτήρια, ή σε σπήλαια. Τρέφεται με κουνούπια και νυχτοπεταλούδες. Απειλείται από την εγκατάλειψη των παραδοσιακών αγροκτηνοτροφικών και αγροδασοπονικών πρακτικών, από την αλόγιστη χρήση φυτοφαρμάκων, καθώς και από την καταστροφή παραδοσιακών οικιών.

Το είδος περιλαμβάνεται στα Παραρτήματα ΙΙ και IV της οδηγίας 92/43/ΕOK, ενώ αναφέρεται ως Μειωμένου Ενδιαφέροντος (LC) στο Κόκκινο βιβλίο των απειλούμενων ζώων της Ελλάδας (Λεγάκις & Μαραγκού 2009) αλλά και στον κατάλογο της IUCN.

φωτογραφία: © Andrea Bonetti / Τράπεζα Πειραιώς

Μεγάλος Ρινόλοφος (Rhinolophus ferrumequinum)

Το μεγαλύτερο είδος των ρινόλοφων νυχτερίδων, που απαντά σε όλη την ηπειρωτική χώρα και σε μερικά νησιά. Παρατηρείται σε περιοχές με πλατύφυλλα δάση, φυτοφράχτες, βοσκοτόπια, καθώς και κοντά σε περιοχές όπου βόσκουν ζώα, ή κοντά σε παρόχθια βλάστηση. Τα καταφύγια στα οποία γεννάει εντοπίζονται συνήθως κάτω από τη γη (σπήλαια, κ.λπ.). Απειλείται από την υποβάθμιση των ενδιαιτημάτων τροφοληψίας, από τη χρήση φυτοφαρμάκων, από τον τουρισμό σε σπήλαια.

Το είδος περιλαμβάνεται στα Παραρτήματα ΙΙ και IV της οδηγίας 92/43/ΕOK, ενώ αναφέρεται ως Μειωμένου Ενδιαφέροντος (LC) στο Κόκκινο βιβλίο των απειλούμενων ζώων της Ελλάδας (Λεγάκις & Μαραγκού 2009) αλλά και στον κατάλογο της IUCN.

φωτογραφία: © Andrea Bonetti / Τράπεζα Πειραιώς

Ντάσκα ή Στυμφαλικός Πελασγός (Pelasgus or Phoxinellus or Pseudophoxinus stymphalicus)

Μικρό ενδημικό είδος ψαριού της οικογένειας των Κυπρινοειδών (Cyprinidae). Η κατανομή του περιλαμβάνει εκτός από τη λίμνη Στυμφαλία (αποτελεί το κέντρο της διασποράς του, εξ ου και  το όνομά του), τον Αλφειό ποταμό, τον Πηνειό, την Αιτωλοακαρνανία και τη Λευκάδα.

Συναντάται σε πηγές με καθαρό νερό και σε υγρότοπους που σχετίζονται με αυτές. Τρέφεται με ασπόνδυλους οργανισμούς (κωπήποδα, κλαδοκεραιωτά, μικρά γαστερόποδα, έντομα, κ.ά.), καθώς και με υδρόβια βλάστηση. Αναπαράγεται από τα τέλη του χειμώνα μέχρι τα μέσα της άνοιξης. Αφήνει τα αβγά του σε ρηχά νερά, πάνω σε υδρόβια φυτά. Τα αβγά εκκολάπτονται μετά από περίπου πέντε μέρες. Το είδος είναι βραχύβιο (μέγιστη ηλικία: 3 έτη) και μικρόσωμο (μέγιστο μήκος: 12 εκ.).

Συνολικά, οι πληθυσμοί του μπορούν να θεωρηθούν ασφαλείς. Ωστόσο, σε αρκετές περιπτώσεις απειλούνται από την υποβάθμιση, τον κατακερματισμό των οικοσυστημάτων, την αλόγιστη χρήση νερού, τη ρύπανση, τον ευτροφισμό.

Το είδος περιλαμβάνεται στο Παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 92/43/ΕK. Αναφέρεται στο Κόκκινο βιβλίο των απειλούμενων ζώων της Ελλάδας (Λεγάκις & Μαραγκού 2009) αλλά και στον κατάλογο της IUCN ως Μειωμένου Ενδιαφέροντος (LC).

φωτογραφία: © Andrea Bonetti / Τράπεζα Πειραιώς

Άλλα σημαντικά είδη πανίδας

Άλλα σημαντικά είδη ορνιθοπανίδας που παρατηρούνται αρκετά τακτικά σε μετανάστευση ή διαχείμαση εντός ή πλησίον της περιοχής Natura είναι ο ήταυρος (Botaurus stellaris) και η χαλκόκοτα (Plegadis falcinellus), καθώς και είδη αρπακτικών που φωλιάζουν στην ευρύτερη περιοχή [σφηκιάρης (Pernis apivorus), πετρίτης (Falco peregrinus)], ή παρατηρούνται κατά τη μετανάστευση [λ.χ. ψαραετός (Pandion haliaetus)] ή/και διαχείμαση [καλαμόκιρκος (Circus aeruginosus), χειμωνόκιρκος (Circus cyaneus)]. Ένα δεύτερο σημαντικό είδος ψαριού (Squalius moreoticus, ποταμοκέφαλος του Μωριά, πιθανόν ενδημικό της Πελοποννήσου) επίσης ζει στη λίμνη, ενώ από τα θηλαστικά να σημειωθεί η παρουσία της βίδρας (Lutra lutra). Τέλος, από τα ερπετά αξιόλογη είναι η παρουσία των δύο ειδών νεροχελώνας [ποταμοχελώνα (Mauremys rivulata), βαλτοχελώνα (Emys orbicularis)], καθώς και της μεσογειακής χελώνας (Testudo hermanni) και του σπιτόφιδου (Zamenis situlus).

φωτογραφία: © Θανάσης Κοττάς / Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς